Δημοσκοπήσεις: Αδιαφάνεια και Αναξιοπιστία

Οι δημοσκοπήσεις αποκαλύπτουν εκτιμήσεις για το εκλογικό αποτέλεσμα που περισσότερο μοιάζουν με αυτοεκπληρούμενες προφητείες για το κυβερνών κόμμα

Οι δημοσκοπήσεις σε μια πολιτισμένη χώρα θα έπρεπε να αποτυπώνουν την πολιτική πραγματικότητα και να δικαιολογούν αυτά που συμβαίνουν.

Για παράδειγμα, αν μια κυβέρνηση παίρνει αντιλαϊκά μέτρα που αυξάνουν την ακρίβεια και μειώνουν τις αμοιβές, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα τα τελευταία 3,5 χρόνια σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat, αλλά και όπως κάθε πολίτης γνωρίζει γιατί το ζει, αυτό θα έπρεπε να αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις ως δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων απέναντι σε αυτούς που έκαναν τη χώρα τους φτωχότερη, υποβιβάζοντας το επίπεδο της ζωής τους.

Κι ακόμη, αν ένας πρωθυπουργός παραβιάζει τους κανόνες της Δημοκρατίας και κακοποιεί το Κράτος Δικαίου, μετατρέποντας την κρατική ΕΥΠ σε παρακράτος που παρακολουθεί τις ζωές του πολιτικού, δημοσιογραφικού και οικονομικού συστήματος, αυτός ο πρωθυπουργός δεν μπορεί να καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις σαν ο πιο δημοφιλής και ο πιο κατάλληλος γι’ αυτή τη δουλειά.

Στην καθ’ ημάς προεκλογική πραγματικότητα όμως τα παραπάνω δε ισχύουν.

Οι δημοσκοπήσεις αποκαλύπτουν εκτιμήσεις για το εκλογικό αποτέλεσμα που περισσότερο μοιάζουν με αυτοεκπληρούμενες προφητείες για το κυβερνών κόμμα και ελάχιστα δείχνουν να εξηγούν και να δικαιολογούν τα όσα συμβαίνουν.

Δεν είναι δυνατόν, για παράδειγμα, η βενζίνη στην Κύπρο να είναι φτηνότερη κατά 70 λεπτά του ευρώ από τη βενζίνη στην Ελλάδα, ιδίως όταν είναι γνωστό ότι η Κύπρος προμηθεύεται βενζίνη από τη χώρα μας, και αυτό να γίνεται δεκτό με… ανακούφιση από το εκλογικό σώμα. Το οποίο δείχνει στις δημοσκοπήσεις πολύ ευχαριστημένο από την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό που επιτρέπουν την αισχροκέρδεια σε βάρος της τσέπης του.

Ούτε είναι δυνατόν η τιμή χονδρικής ρεύματος για όλη τη διάρκεια του 2022 να ήταν στη χώρα μας, σύμφωνα με τα διεθνή στοιχεία, 3 και 4 φορές ακριβότερη από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και αυτό να γίνεται δεκτό με πανηγυρισμούς υπέρ του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης που το επέτρεψαν αν όχι και το επέβαλαν σε βάρος των καταναλωτών.

Όπως δεν είναι λογικό η ενεργειακή κρίση να αφήνει πίσω της δισεκατομμύρια ευρώ υπερκέρδη σε λίγες μεγάλες ενεργειακές επιχειρήσεις, οι οποίες μάλιστα δεν φορολογούνται για τα υπερκέρδη τους, και την ίδια στιγμή οι δημοσκοπήσεις να δείχνουν υπεροχή του κυβερνώντος κόμματος.

Λες και οι Έλληνες γίναμε ξαφνικά όλοι εκατομμυριούχοι, ως μέτοχοι αυτών των μετρημένων στο ένα χέρι ενεργειακών επιχειρήσεων που κέρδισαν από την κρίση, κερδοσκοπώντας σε βάρος των πολλών.

Και βέβαια δεν είναι δυνατόν μια κυβέρνηση που, αν και υποσχέθηκε ασφάλεια στους πολίτες, οδήγησε με την κατάρρευση του κράτους και την αποδυνάμωση των δημόσιων οργανισμών σε ένα πρωτοφανές σιδηροδρομικό δυστύχημα με 57 νεκρούς, να επιβραβεύεται δημοσκοπικά λίγο καιρό μετά από τους πολίτες. Οι οποίοι όμως αποδεδειγμένα δεν εμπιστεύονται πλέον τα δημόσια Μέσα Μεταφοράς και γεμίζουν πλατείες, εκδηλώνοντας τη δυσαρέσκειά τους.

Εδώ κάτι δεν πάει καλά.

‘Η ο γιαλός είναι στραβός ή στραβά αρμενίζουμε.

Αν ακούσει κανείς τους ίδιους τους δημοσκόπους, θα διαπιστώσει ότι υπερασπίζονται τα αποτελέσματα των ερευνών τους, με τη λογική ότι είναι αποτελέσματα εφαρμογής επιστημονικών μεθόδων. Και συνεπώς, εμμέσως πλην σαφώς, μας προτρέπουν να εξηγήσουμε την πραγματικότητα με βάση τις δημοσκοπήσεις και όχι το αντίθετο που θα έπρεπε να συμβαίνει. Οι δημοσκοπήσεις δηλαδή να δικαιολογούν και να ερμηνεύουν τα όσα συμβαίνουν.

Και επειδή οι δημοσκόποι προφασίζονται την επιστήμη σαν την αιτία των δημοσκοπικών τους αποτελεσμάτων, καλό θα ήταν να θυμίσουμε ότι βασική αρχή στην επιστήμη είναι η δυνατότητα ελέγχου των εισαγομένων και των αποτελεσμάτων της επιστημονικής μεθόδου.

Που σημαίνει δυνατότητα ελέγχου των πρωτογενών και αστάθμητων δεδομένων αφενός και δυνατότητα επαλήθευσης των αποτελεσμάτων αφετέρου.

Δύο προϋποθέσεις που στην περίπτωση των δημοσκοπήσεων δεν πληρούνται.

Πρώτα γιατί τα αποτελέσματα των πρόσφατων δημοσκοπήσεων που δείχνουν άνετη πρωτιά της ΝΔ, δεν δικαιολογούνται από όσα συμβαίνουν, ούτε και συνάδουν με τη δυσαρέσκεια των πολιτών απέναντι στην κυβέρνηση.

Συνεπώς απεικονίζουν μια άλλη, εικονική πραγματικότητα.

Κι ύστερα γιατί τα πρωτογενή και αστάθμητα δεδομένα των δημοσκοπήσεων, παρά τις αιτιάσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης να δημοσιοποιούνται ώστε να υπάρχει στοιχειώδης έλεγχος της αξιοπιστίας τους, παραμένουν από τους δημοσκόπους πεισματικά σε αδιαφάνεια.

Αυτή η παρατήρηση από μόνη της είναι ικανή να υποβαθμίσει τις δημοσκοπήσεις από φωτογραφία της στιγμής, όπως λένε, σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία για την κυβέρνηση.

Από το γεγονός της άρνησης να απαντήσει στις δημοσκοπήσεις ένα σημαντικό ποσοστό όσων ερωτώνται, της τάξης του 25 – 30%, το οποίο ανήκει σε συγκεκριμένο πολιτικό χώρο που συνειδητά αντιδρά στην αξιοποίηση των δημοσκοπήσεων ως μέσου χειραγώγησης, μέχρι το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι σταθερά τηλέφωνα σε εργάσιμες μέρες και ώρες κατά τεκμήριο δεν σηκώνουν νέες και δυναμικές ηλικίες που βρίσκονται εκτός σπιτιού ή γραφείου, γίνεται σαφές ότι το δείγμα που στη συνέχεια σταθμίζεται όχι μόνο δεν είναι τυχαίο, αλλά γέρνει και προς τα δεξιά.

Γιατί είναι πολύ καλό για να είναι αληθινό για τον κ. Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του ότι αφού βύθισε τη χώρα στη φτώχεια και την ακρίβεια και αφού κακοποίησε κάθε έννοια δημοκρατικού δικαιώματος και κράτους δικαίου, οι ψηφοφόροι επιμένουν να τον αναδεικνύουν πρώτο στις προτιμήσεις τους.

Οι δημοσκοπήσεις, μέχρι να δημοσιοποιήσουν τα πρωτογενή και αστάθμητα δεδομένα τους, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως μειωμένης αξιοπιστίας.

Εντωμεταξύ περιμένουμε τη μεγάλη και απόλυτης αξιοπιστίας δημοσκόπηση της 21ης Μαίου…