Tο debate, έτσι όπως συμφωνήθηκε και έτσι όπως υλοποιήθηκε, με την αδυναμία ζωντανού διαλόγου ανάμεσα στους έξι πολιτικούς αρχηγούς, αλλά και με τη στέρηση του δικαιώματος των δημοσιογράφων να υποβάλουν ερωτήσεις ανάλογα με την πορεία των απαντήσεων, ήταν προορισμένο να προστατεύσει τον πρωθυπουργό.
Που για αντικειμενικούς, λόγω κυβερνητικού παρελθόντος, αλλά και για υποκειμενικούς λόγους, λόγω προσωπικής αδυναμίας ανταπόκρισης σε πραγματικές συνθήκες συζήτησης και διαλόγου, ήταν γνωστό σε όσους επέβαλαν τους κανόνες ότι ήταν ο πιο αδύναμος κρίκος.
Όπως εξελίχθηκε πάντως, αυτός ο στόχος της προστασίας του κ. Μητσοτάκη δεν επιτεύχθηκε. Καθώς αποδείχθηκε, παρά τους αυστηρούς κανόνες που σκοπό είχαν να τον προστατεύσουν, το αληθινό του πρόσωπο.
Έτσι άθελά του έβγαλε την είδηση που έγινε viral μετά το debate.
Πιεζόμενος από ερώτηση της Ράνιας Τζίμα για τις υποκλοπές, αναγκάστηκε να παραδεχθεί ότι πρόκειται περί σκανδάλου.
Για να γεννηθούν, βεβαίως, σε όλους όσους παρακολουθούσαν, τέσσερα εύλογα ερωτήματα. Τα οποία, δυστυχώς, οι αυστηροί κανόνες προστασίας του πρωθυπουργού δεν επέτρεψαν στους δημοσιογράφους να τα κάνουν γνωστά μέσω των κατάλληλων ερωτήσεων.
Να τι θα ήθελαν οι τηλεθεατές του debate να ακούσουν να ερωτάται ο πρωθυπουργός, με δεδομένη την αναγνώριση από τον ίδιο της υπόθεσης των παρακολουθήσεων ως σκανδάλου διαφθοράς.
- Ερώτημα 1ο: Γιατί δεν υπήρξε μέχρι τώρα επέμβαση της Δικαιοσύνης με σκοπό τη διαλεύκανση του σκανδάλου;
- Ερώτημα 2ο: Γιατί ο ίδιος ο πρωθυπουργός, ως υπεύθυνος για την ΕΥΠ και ως κεντρικό πρόσωπο του σκανδάλου των παρακολουθήσεων, δεν σκέφτηκε ποτέ να παραιτηθεί, όπως δήλωσε;
- Ερώτημα 3ο: Γιατί οι πρωταγωνιστές του σκανδάλου των παρακολουθήσεων που παραιτήθηκαν, οι Δημητριάδης και Κοντολέων, αναλαμβάνοντας την πολιτική ευθύνη ενώ δεν ήταν πολιτικά πρόσωπα, δεν έχουν ακόμη διωχθεί ποινικά;
- Ερώτημα 4ο: Γιατί, αφού ο Ανδρουλάκης δεν είναι εθνικά επικίνδυνος, όπως ο πρωθυπουργός παραδέχθηκε, η κυβέρνηση επικαλέστηκε το απόρρητο στην Επιτροπή Διαφάνειας της Βουλής, αλλά και στην Επιτροπή Pega του Ευρωκοινοβουλίου, συγκαλύπτοντας την αλήθεια για τις παρακολουθήσεις;
Η υποκριτική διάψευση την επόμενη μέρα, από πλευράς κυβερνητικού εκπροσώπου, αυτού που ξεκάθαρα δήλωσε ο πρωθυπουργός ενώπιον εκατομμυρίων τηλεθεατών που τον είδαν και τον άκουσαν να παραδέχεται ότι υπήρξε σκάνδαλο, ήταν η επιβεβαίωση της ήττας του κ. Μητσοτάκη στο debate.
Διότι όταν μετά από τόση επικοινωνιακή προστασία ο πρωθυπουργός πιεζόμενος αποκάλυψε, τελικά, αυτό που έπρεπε να κρατήσει μυστικό, την αλήθεια δηλαδή που κυβέρνηση και ΜΜΕ, σε αγαστή συνεργασία, έκρυβαν τόσον καιρό, αυτό αν δεν είναι δείκτης της εικονικής πραγματικότητας με την οποία μας τον εμφανίζουν σαν δήθεν ικανό και άξιο, τότε τι είναι;
Κι ακόμη, όταν ο εκπρόσωπος τύπου της κυβέρνησης αναγκάζεται να διαψεύσει τον ίδιο τον πρωθυπουργό, λέγοντας ότι άλλο ήθελε να πει και άλλο είπε, τότε τι άλλη απόδειξη χρειαζόμαστε τόσο για τις ευθύνες, όσο όμως και για τις πραγματικές ικανότητες αυτού που επί τέσσερα χρόνια μας τον λιβανίζουν σαν Μωυσή και σαν προφήτη;
Όπως λέγαμε παλιά, «Όπερ Έδει Δείξαι».
Αποδείχθηκε δηλαδή μπροστά στα μάτια όλων αυτό που έπρεπε να αποδειχθεί και η κυβέρνηση το έκρυβε σαν επτασφράγιστο μυστικό.
Ότι η υπόθεση των παρακολουθήσεων είναι μέγα σκάνδαλο διαφθοράς και ότι ο πρωθυπουργός, που τόσον καιρό έλεγε άλλα συγκαλύπτοντας το σκάνδαλο, είναι ο πρώτος υπεύθυνος γι΄αυτό.
Το debate τελικά άξιζε και μόνο γιατί αποκάλυψε το αληθινό πρόσωπο του κ. Μητσοτάκη.