Ο Όττο Φον Μπίσμαρκ έλεγε ότι τα μεγαλύτερα ψέματα λέγονται ύστερα από το κυνήγι,
κατά τη διάρκεια του πολέμου και πριν από τις εκλογές.
Και εννοούσε, βεβαίως, τα ψέματα που συνηθίζουν να λένε οι κυνηγοί για να μεγεθύνουν
τα κατορθώματά τους, την προπαγάνδα κατά τη διάρκεια των πολέμων με σκοπό την
παραπλάνηση του αντιπάλου και τις υπερβολικές υποσχέσεις των πολιτικών παραμονές
εκλογών.
Αν ο Μπίσμαρκ ζούσε σήμερα είναι βέβαιο ότι θα ανασκεύαζε τη θεωρία του περί
ψεμάτων. Κι αυτό γιατί έχουμε έναν πρωθυπουργό που δεν αρκείται να λέει μόνο τα
συνήθη ψέματα που λένε οι πολιτικοί προεκλογικά, υποσχόμενοι υπερβολικές παροχές για
την επόμενη περίοδο.
Κάνει κάτι ακόμη πιο ακραίο. Διαστρεβλώνει τα ιστορικά γεγονότα, διαστρέφοντας ακόμη
και την ιστορική αλήθεια.
Είπε, για παράδειγμα, πρόσφατα το τερατώδες, ότι δήθεν ο ΣΥΡΙΖΑ μας έβαλε στα
μνημόνια. Όταν είναι γνωστό και καταγεγραμμένο ιστορικά ότι στα μνημόνια μπήκαμε 5
χρόνια πριν ο ΣΥΡΙΖΑ έρθει στην κυβέρνηση.
Το χοντρό αυτό ψέμα δεν ήταν αθώο. Με αυτό ο κ Μητσοτάκης πέτυχε με ένα σμπάρο δυο
τρυγόνια.
Κατηγορώντας τον ΣΥΡΙΖΑ σαν δήθεν υπεύθυνο για τα μνημόνια, διαστρέφει την ιστορική
αλήθεια, αθωώνοντας το κόμμα του από τις ευθύνες του για τη δημοσιονομική εκτροπή
που προκάλεσε την περίοδο 2004 – 2009, η οποία οδήγησε τη χώρα στη γνωστή επιτροπεία
των δανειστών.
Κι ακόμη, ρίχνοντας ψευδώς τη μομφή για τα μνημόνια στον ΣΥΡΙΖΑ, επιεχειρεί να
εξαφανίσει τη μεγάλη επιτυχία της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα να ρυθμίσει το χρέος και
να βγάλει τη χώρα από τα μνημόνια, στα οποία ως γνωστό την οδήγησε το κόμμα του κ.
Μητσοτάκη.
Και δεν είναι μόνον αυτό. Ένα άλλο μεγάλο ψέμα του κ. Μητσοτάκη που αφορούσε και
αυτό σε διαστρέβλωση της ιστορικής πραγματικότητας, ήταν η αναπόδεικτη κατηγορία που
εκτόξευσε εναντίον των πανεπιστημίων όχι προεκλογικά, αλλά κατά τη διάρκεια της
κυβερνητικής θητείας του, ότι δήθεν είναι χώροι ανομίας και εγκληματικότητας.
Μια κατηγορία που συνέβαλε στο να εκτραπεί, δια του αντιπερισπασμού, η συζήτηση από
τα πραγματικά προβλήματα των πανεπιστημίων, που είναι η φτώχεια τους και οι τεράστιες
ελλείψεις σε προσωπικό, τα οποία δεν αποκαταστάθηκαν από την κυβέρνησή του μετά τα
μνημόνια, ανοίγοντας έτσι μια εικονική συζήτηση περί ανάγκης πανεπιστημιακής
αστυνομίας.
Η ζωή διέψευσε οικτρά τις θεωρίες συνωμοσίας του κ. Μητσοτάκη. Η πανεπιστημιακή
αστυνομία αποσύρθηκε σιωπηρά εδώ και καιρό, καθώς αποδείχθηκε ατελέσφορη και
ανεπιθύμητη από την πανεπιστημιακή κοινότητα. Εντωμεταξύ, κανένα πανεπιστήμιο δεν
έγινε… Σικάγο λόγω εγκληματικότητας.
Έμεινε μόνο η μνημειώδης συκοφαντική δυσφήμιση των πανεπιστημίων από έναν
πρωθυπουργό που υποτίθεται ότι είχε χρέος και ευθύνη να τα ενισχύσει και όχι να τα
απαξιώσει ενοχοποιώντας τα.
Το τρίο μεγάλο ψέμα του κ. Μητσοτάκη που δεν ανήκει στην κατηγορία των ψεμάτων στα
οποία αναφέρθηκε ο Μπίσμαρκ, ήταν ότι δήθεν δεν πρόλαβε, επί 4 χρόνια διακυβέρνησης,
να αυξήσει τους μισθούς.
Το ψέμα αυτό είχε σαν αντικειμενικό σκοπό να διαστρεβλώσει την αλήθεια, που είναι ότι ο
κ. Μητσοτάκης, ως ακραία νεοφιλελεύθερος πρωθυπουργός, δεν θέλησε να αυξήσει τους
μισθούς, οι οποίοι μειώθηκαν, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, κατά 7,5% σε πραγματικές τιμές.
Αυτό συνέβη γιατί η κυβέρνηση Μητσοτάκη αντί να ενισχύσει τους μισθούς, προτίμησε να
ενισχύσει τα ταμεία των μεγάλων επιχειρήσεων, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να έχουν
υπερκέρδη πολλών δις ευρώ.
Δεν είναι δηλαδή ότι δεν πρόλαβε να αυξήσει τους μισθούς, όπως ισχυρίζεται, αλλά ότι δεν
ήταν στις επιλογές του να το κάνει.
Όπως δεν θα είναι και στην επόμενη ενδεχόμενη θητεία του, για τους ίδιους ακριβώς
λόγους.
Ένα ακόμη καθόλου αθώο ψέμα, που δεν εντάσσεται στα συνήθη προεκλογικά, ήταν αυτό
της δήθεν αυτορρύθμισης της ενεργειακής αγοράς. Το οποίο ειπώθηκε για να μειωθούν οι
αντιδράσεις από την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ.
Η ενεργειακή κρίση άφησε βαθύ τραύμα στη χώρα, αφού ήμασταν οι μόνοι στην Ευρώπη
που αντί να αντιμετωπίσουμε την ακρίβεια που ανέβασε τις τιμές στα ύψη και μας έκανε
την ακριβότερη χώρα της Ευρώπης, εκπαιδεύσαμε τους πολίτες να ζούν με επιδοτήσεις. Οι
οποίες κι αυτές καταλήγουν τελικά στα ίδια ταμεία μιας μικρής επιχειρηματικής ελίτ.
Το τελευταίο ψέμα του κ. Μητσοτάκη που δεν συγκαταλέγεται στις συνήθεις υπερβολικές
προεκλογικές υποσχέσεις αλλά σε εκείνα της διαστρέβλωσης της πραγματικότητας, είναι
αυτό που είπε με αφορμή τον εορτασμό της Πρωτομαγιάς. Εδώ πράγματι το τερμάτισε.
Είπε ότι η κυβέρνησή του, η οποία κατήργησε το 8ωρο και θεσμοθέτησε τις απλήρωτες
υπερωρίες, είναι η κυβέρνηση, λέει, της Πρωτομαγιάς.
Η οποία Πρωτομαγιά, σύμφωνα με την ιστορία, είναι η επέτειος της εξέγερσης στο Σικάγο,
τότε που κατοχυρώθηκαν όλα αυτά που ο κ. Μητσοτάκης ως πρωθυπουργός κατήργησε
στην Ελλάδα σχεδόν 1,5 αιώνα μετά.
Ο κ. Μητσοτάκης διαψεύδει τον Μπίσμαρκ.
Δεν δίνει μόνο ψευδείς υποσχέσεις προεκλογικά ότι δήθεν στην επόμενη τετραετία θα
αυξήσει αμοιβές και συντάξεις, ενώ όλοι ξέρουν ότι δεν είναι στις πολιτικές προθέσεις του
να το κάνει. Διαστρέφει και τα γεγονότα, διαστρεβλώνοντας την ιστορική αλήθεια.
Δεν είναι βέβαιο αν ο ίδιος ο πρωθυπουργός πιστεύει τα ψέματά του. Δεν ενδιαφέρει
άλλωστε κανέναν.
Αρκεί που δεν τον πιστεύει κανείς, όπως θα αποδειχθεί σύντομα στην κάλπη…